Αφού ο “πολιτισμένος” δυτικός κόσμος δημιούργησε στρατιές προσφύγων βομβαρδιζοντας ξένες χώρες, πουλώντας όπλα, στέλνοντας στρατό, στηριζοντας καθεστώτα τώρα τους υποδέχεται με κλειστά σύνορα, συρματοπλέγματα, και μαζικά στρατόπεδα κράτησης, μοντέλα από την εποχή του Μπούχενβαλντ, του Μπέργκεν και του Νταχάου. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, που επιχείρησαν να διαφύγουν από τον πόλεμο και την απελπισία, κατέληξαν πνιγμένοι στη Μεσόγειο ή έγκλειστοι σε κάποιο στρατόπεδο, αποκομμένοι από τις οικογένειές τους.
Στη χώρα μας, που ορίστηκε συνοριοφύλακας της Ευρώπης από τους ισχυρούς, στην κυριολεξία φυλακίσαμε χιλιάδες προσφύγων στα νησιά, σε άθλιες συνθήκες, σε μια ζωή δίχως αύριο. Οι κάτοικοι των νησιών, διαμαρτυρόμενοι για την υποβάθμιση της ζωής τους, των συνθηκών διαβίωσης όσων ζητούν άσυλο και αντιδρώντας στην δημιουργία κλειστών κέντρων κράτησης και μετατροπής των νησιών σε φυλακές, δέχτηκαν πρωτοφανή και αναίτια βία από τις μονάδες καταστολής. Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση με την ρατσιστική και εθνικιστική ρητορεία, με επαναλαμβανόμενες αναφορές σε «κλειστά κέντρα κράτησης», διαδικασίες φαστ-τρακ απελάσεων και καταστολή των προσφυγικών διαμαρτυριών έφερε στην επιφάνεια τα χειρότερα στοιχεία της κοινωνίας και επέτρεψε τον φασισμό και τον ρατσισμό να σηκώσει κεφάλι στα νησιά.
Ταυτόχρονα, στην πόλη μας κυριαρχεί η ιδέα ότι πράξαμε το καθήκον μας απέναντι στους κατατρεγμένους αυτής της γης, φιλοξενώντας 400 περίπου πρόσφυγες μακριά από την πόλη, στη Βιομηχανική ζώνη. Φυσικά δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι οι φυλακισμένοι πρόσφυγες στο Παρανέστι είναι «φιλοξενούμενοί» μας. Δηλαδή δεν μπορούμε να σταθούμε αλληλέγγυοι ούτε απέναντι στους πρόσφυγες αλλά ούτε και απέναντι στους «δικούς μας» νησιώτες που ζητούν να σταματήσουν να μετατρέπεται ο τόπος τους σε φυλακή.
Τώρα που οι πρόσφυγες βρέθηκαν στα σύνορά μας, στην «πόρτα» της Ευρώπης, τους αντιμετωπίζουμε με τη βία, καταπατώντας διεθνείς συνθήκες και καλλιεργώντας στο εσωτερικό της χώρας την ιδέα ότι η χώρα δέχεται επίθεση από έναν εξωτερικό εχθρό τον οποίο καλείται να πολεμήσει. Μέρος των Ελλήνων ζει ένα εικονικό «έπος» όπου το έθνος αποκρούει τον εξωτερικό εχθρό και καταγράφει νίκες. Έναν εχθρό άοπλο, που ζητάει άσυλο, που κουβαλάει παιδιά στην αγκαλιά.
Ως αντιφασιστική, αντιρατσιστική πρωτοβουλία Δράμας:
Ζητάμε να δεχτεί η πόλη και τα χωριά μας με ανοιχτές αγκάλες, όπως έπραξε το 2015, όσους περισσότερους πρόσφυγες μπορούν, χωρίς περιορισμούς σε ηλικίες, φύλο ή εθνικότητες, σε ανοιχτές δομές φιλοξενίας. Η αλληλεγγύη δεν έχει πλαφόν και ποτέ ο άνθρωπος δεν ξεχρεώνει από την υποχρέωση να βοηθά τον διπλανό του κι ας μη του μοιάζει.
Δηλώνουμε ότι ο εθνικιστικός οίστρος και το «έπος» της φύλαξης των συνόρων από «εισβολείς» δεν είναι μόνο γελοίος γιατί στα σύνορα της χώρας δεν βρίσκεται κάποιος εχθρός με όπλα που την απειλεί, αλλά οικογένειες με παιδιά που αναζητούν έναν ασφαλή τόπο και έναν αξιοπρεπή τρόπο για να ζήσουν· αλλά και επικίνδυνος γιατί ρυμουλκείται η κοινωνία σε εθνικιστικές θέσεις και καθίσταται ο ρατσισμός και η ξενοφοβία ως φυσιολογικές αντιδράσεις.
Ζητάμε να επισπευστούν οι διαδικασίες χορήγησης ασύλου και να απαιτήσει η Ελλάδα τον διαμοιρασμό των προσφύγων σ όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Ανοιχτά σύνορα και δυνατότητα σε όλους να επιλεξουν τον τοπο διαμονης όπου να εξασφαλίζουν αξιοπρεπείς όρους ζωης για να ζήσουν σαν άνθρωποι. Να μην μετατραπεί η Ελλάδα σε «στρατοπεδάρχη» της Ευρώπης. Συμπαραστεκόμαστε σε κάθε φωνή αλληλεγγύης και καταδικάζουμε κάθε ρατσιστική και σεξιστική συμπεριφορά είτε πολιτών είτε ιθυνόντων.
Εχθρός μας δεν είναι ο πρόσφυγας αλλά αυτός που δημιουργεί την προσφυγιά . Ας κοιτάξουμε κατάματα τις αιτίες του προβλήματος και να πολεμήσουμε αυτές όχι τα θύματα.
Αντιφασιστική/Αντιρατσιστική Πρωτοβουλία Δράμας